- θερμοσπορείο
- το(γεωπ.) προστατευτικό πλαίσιο με κάλυμμα που χρησιμοποιείται για τη βλάστηση σπόρων και την ανάπτυξη, στα πρώτα στάδια, ευαίσθητων φυτών.[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο)-* + σπορείον (< σπόρος). Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. γαλλ. bache)].
Dictionary of Greek. 2013.